Τα τελευταία χρόνια η έντονη συζήτηση γύρω από την τεχνική νοημοσύνη και το φόβο για ανεξέλεγκτη χρήση της έφερε στην επικαιρότητα ακόμα περισσότερο επιτακτικά σε παγκόσμια κλίμακα, την συζήτηση γύρω από τη βελτίωση των εκπαιδευτικών συστημάτων και της παιδαγωγικής σχέσης Εκπαιδευτικού και μαθητή αλλά και την σχέση των γονέων με τα παιδιά τους. Θα καταφέρει άραγε η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα να αξιολογήσει σωστά την ΤΝ και να εμποδίζει τις βλαβερές για τον άνθρωπο επιπτώσεις της; Έχει κάποιο οχυρό μπροστά σε μια πιθανή ανεξέλεγκτη ανάπτυξη της TN;
Αυτό που αναμφισβήτητα οχυρώνει τον άνθρωπο απέναντι στην αλόγιστη χρήση της ΤΝ είναι η συναισθηματική νοημοσύνη. Αφού τόσο τα συναισθήματα όσο και η νοημοσύνη είναι βασικά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης ύπαρξης. Τα συναισθήματα είναι πανταχού παρόντα στην ανθρώπινη ζωή. Είναι κυρίαρχα για την δημιουργία, διατήρηση και ρύθμιση των ανθρώπινων σχέσεων. Τα γεγονότα, οι καταστάσεις που ζούμε στην καθημερινότητα διεγείρουν συναισθήματα , που καθοδηγούν τη σκέψη μας, τη συμπεριφορά μας καθώς και τη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Καθώς τα συναισθήματα επηρεάζουν τη διαδικασία της σκέψης , είναι χρήσιμο να γνωρίζουμε τα συναισθήματα καθώς και να μπορούμε να τα διαχειριστούμε με εποικοδομητικό τρόπο. Για παράδειγμα η κριτική και καθαρή σκέψη είναι δύσκολη όταν ο άνθρωπος βιώνει έντονα συναισθήματα αλλά πιο εύκολη όταν το άτομο δεν κατακλύζεται από έντονα συναισθήματα.
Από την άλλη η νοημοσύνη είναι το σύνολο διάφορων γνωστικών ικανοτήτων που επιτρέπουν στον άνθρωπο να επιλύει προβλήματα και να αποκτά γνώσεις. Ικανότητες όπως ρευστός συλλογισμός, ποσοτική συλλογιστική, μνήμη εργασίας, η γνώση κλπ
Όμως μόνο η αναπτυγμένη νοημοσύνη δεν είναι ο καλύτερος προγνωστικός παράγοντας για την επίτευξη της γενικότερης ευημερίας στη ζωή.
Τα συναισθήματα έχει αποδειχθεί πως έχουν σημαντική επίδραση στην γνωστική επεξεργασία καθώς και η ισορροπία μεταξύ συναισθήματος και νοημοσύνης είναι ιδιαίτερα σημαντικός παράγοντας για την κοινωνική προσαρμογή.
Ο ορισμός που δόθηκε από τον Mayer το 1999 για την ΣΝ είναι πως είναι η ικανότητα του ανθρώπου να αντιλαμβάνεται τα συναισθήματα του, να τα διακρίνει μεταξύ τους, (αρνητικά-θετικά), να τα κατανοεί , να τα χρησιμοποιεί, να τα αξιοποιεί ώστε να καθοδηγήσει τη σκέψη και τη δράση του.
Άρα η συναισθηματική νοημοσύνη είναι ένα σύνολο ικανοτήτων. Η σημαντικότερες των οποίων είναι :
- H αυτογνωσία – η κατανόηση των δυνατών και αδύνατων σημείων του εαυτού.
- Η ενσυναίσθηση- η ικανότητα να μοιραζόμαστε από κοινού και να βιώνουμε σε πρώτο πρόσωπο , τα συναισθήματα ενός άλλου ανθρώπου.
- Η διαχείριση των συναισθημάτων
- Η διαχείριση των σχέσεων με τους άλλους
Πολλές έρευνες δείχνουν ότι οι εκπαιδευτικοί , οι γονείς αλλά και το ευρύτερο κοινό αναγνωρίζουν πλέον όλο και περισσότερο, την ανάγκη η εκπαιδευτική ατζέντα να έχει στόχο πέρα από την βελτίωση της εκπαιδευτικής απόδοσης και την ενίσχυση της κοινωνικής-συναισθηματικής ικανότητας των μαθητών και της ευημερίας τους στην κοινότητα, με άλλα λόγια την ενίσχυση της συναισθηματικής τους νοημοσύνης. Πέρα λοιπόν από την προώθηση των ακαδημαικών επιτευγμάτων τους, η ικανότητα των μαθητών στο να επικοινωνούν, να αλληλοεπιδρούν, να συνεισφέρουν εποικοδομητικά και υπεύθυνα στην ομάδα, να ασκούν θετικές, ασφαλείς συμπεριφορές είναι ουσιαστικές δεξιότητες για το μέλλον τους. Η δημιουργία ενός τέτοιου πλαισίου μάθησης σε μεγάλο βαθμό διαμορφώνεται από τους εκπαιδευτικούς.
Η σημασία των συναισθηματικών ικανοτήτων των γονέων και των εκπαιδευτικών απορρέει από τη σπουδαιότητα και τη θέση που έχει το συναίσθημα στις διαδικασίες της ενδοοικογενειακής επικοινωνίας , της διδασκαλίας και της μάθησης εν γένει. Τόσο η ενδοοικογενειακή επικοινωνία αλλά και η διδασκαλία μέσα στην τάξη, είναι μια άκρως κοινωνική και συναισθηματική πράξη λόγω πολλών ενδοπροσωπικών , διαπροσωπικών , δι-ομαδικών πτυχών της οικογενειακής και σχολικής ζωής . Για αυτό ότι σήμερα θα συζητήσουμε αφορά τόσο στην οικογένεια όσο και στην σχολική τάξη.
Το συναίσθημα αποτελεί θεμέλιο της γνώσης. Τα συναισθήματα διεγείρουν την προσοχή των παιδιών και ενεργοποιούν την μαθησιακή διαδικασία, επηρεάζουν με αυτό το τρόπο την απόκτηση και διατήρηση σημαντικών πληροφοριών κατά την διαδικασία της ανατροφής, της συναισθηματικής τους ωρίμανσης τους αλλά και της μάθησης.
Η συναισθηματική ωριμότητα των παιδιών όπως και η μάθηση , προκύπτει από την δυναμική αλληλεπίδραση μεταξύ συναισθήματος, κινήτρων και γνώσης , στοιχεία που είναι άρρηκτα συνδεδεμένα.
Μελέτες των νευροεπιστημών και της ψυχολογίας έχουν δείξει πως αρνητικά συναισθήματα που δεν γίνονται αντικείμενα επεξεργασίας όπως και οι διαταραχές στην διάθεση, μπορούν να διαταράξουν την διαδικασία μάθησης στον εγκέφαλο μέσω της επίδρασης τους στα τμήματα εκείνα του εγκεφάλου που σχετίζονται με την μακροπρόθεσμη ανάκληση πληροφοριών από την μνήμη.
Η αντίληψη, η προσοχή, η μνήμη , ο συλλογισμός, καθώς και η ικανότητα επίλυσης προβλημάτων είναι κάποιες από τις γνωστικές διαδικασίες που επηρεάζονται από το συναίσθημα ( Tyng 2017). Είναι εύκολο να το καταλάβουμε αφού όλοι γνωρίζουμε εμπειρικά πως το συναίσθημα έχει ιδιαίτερα ισχυρή επιρροή στη προσοχή , ρυθμίζοντας την επιλεκτικότητα της προσοχής παρακινώντας τη δράση και τη συμπεριφορά.
Η σπουδαιότητα της ανεπτυγμένης συναισθηματικής νοημοσύνης των γονέων όσο και των εκπαιδευτικών, ως παράγοντας πολύ βοηθητικός στην ενίσχυση της επικοινωνίας με τα παιδιά, έχει αποδειχθεί από πολλές έρευνες που έχουν γίνει για το επάγγελμα του εκπαιδευτικού. Τομείς όπως η διαχείριση του στρες και της εξουθένωσης των εκπαιδευτικών , η εργασιακή ικανοποίηση, δέσμευση, απόδοση, η αποτελεσματικότητα της διδασκαλίας αλλά και η προσωπική ευημερία αναπτύσσονται πολύ καλύτερα όταν ο εκπαιδευτικός έχει ανεπτυγμένη συναισθηματική νοημοσύνη. Το ίδιο όμως ισχύει και για τον γονιό. Για τους ίδιους τομείς που εισέρχονται στο περιβάλλον μιας οικογένειας, το άγχος, η διαχείριση του, η εργασιακή ικανοποίηση και η προσωπική ευημερία των γονιών είναι αποτελέσματα της συναισθηματικής τους νοημοσύνης και σίγουρα συνδέονται με την καλή επικοινωνία τους με τα παιδιά στο σπίτι.
Έρευνα που έχει γίνει σε εκπαιδευτικούς δευτεροβάθμιας που ανέφεραν χαμηλά επίπεδα συναισθηματικής νοημοσύνης , ανέφεραν επίσης και υψηλότερα επίπεδα και υψηλότερα επίπεδα συναισθηματικής εξάντλησης , αποπροσωποποίησης και άγχους.
Η οικογένεια σαν κοινωνικός μικρόκοσμος
Το να είσαι παιδί δεν είναι μόνο μια φάση της εξέλιξης , ένα κομμάτι του δρόμου, είναι μια μέγιστη υπαρξιακή εμπειρία. Είναι τότε που παίζονται με ιδιαίτερη βέβαια σκηνοθεσία όλα τα μεγάλα έργα και ζητήματα της ανθρώπινης ύπαρξης με τρεις μεγάλες εξαιρέσεις, την εργασιακή εμπειρία, την γονεική εμπειρία και τον θάνατο.
Είναι η εποχή της μεγάλης σύγκρουσης, από την μια είναι το λαχταρώ, το θέλω, το μου αρέσει και από την άλλη το παίζω με κανόνες, η εξωτερική αναγκαιότητα αλλά και την υποκειμενική ανάγκη για αγάπη και προστασία.
Από την πλευρά του παιδιού ο γονιός έχει τρεις βασικές ιδιότητες.
- Είναι αυτός με τον οποίο η σχέση του επιβεβαιώνει πως όλος ο κόσμος το θέλει , θέλει να υπάρχει.
- Είναι αυτός που το αγαπάει για αυτό το απόλυτο γνώρισμα , ανευ όρων το αγαπάει γιατί είναι παιδί του. Αυτό του φθάνει και του περισσεύει αλλά θα έρθει και σε στιγμές που θα το δοκιμάσει. Θα μιλήσουμε για αυτό
- Ο γονιός μπορεί να αρνείται και να απαγορεύει χωρίς να ταλαντεύεται.
Όμως πόσο σημαντική είναι η ΣΝ για τον ρόλο του γονιού! Πόσο εμπλέκεται στις τρεις αυτές βασικές του ιδιότητες. Τι μπορεί να απειλήσει τον γονιό όταν αρνείται κάτι στο παιδί του; Τι μπορεί να τον κάνει ανήμπορο να υποστηρίξει το πρέπει ή το θέλω ή την άποψη του και τον κάνει να νιώθει σαν μα ‘’θυσιάζεται’’ ή να ‘’σβήνει’’ για να ευχαριστήσει κάποιον άλλο ; και πως ο δικός του φόβος ίσως γίνει τελικά φόβος του παιδιού του ; Τα δεκάδες ‘’μη’’ της ημέρας που αφορούν περισσότερο τους φόβους του γονιού και όχι τα πραγματικά καμώματα του παιδιού.
Οι παραλλαγές σ΄ αυτό το θέμα είναι πλήθος. Όμως ο πυρήνας είναι πολύ απλός. Ο γονιός για δικούς του λόγους άλλοτε φοβάται να πεί όχι και μη στο παιδί του και άλλοτε λέει πολύ παραπάνω απ΄΄όσο χρειάζεται όχι και μη για δικούς του λόγους και μόνο. Γνωρίζει ότι το σωστό είναι να αρνηθεί αλλά φοβάται. Γνωρίζει και πως το παρακάνει αλλά και πάλι φοβάται. Φοβάται πως δεν μπορεί να υποστηρίξει πρακτικά συναισθηματικά την άρνηση του. Καμιά φορά φθάνει μέχρι να φοβάται να σκεφθεί πως εδώ θα πρέπει να πει ‘’όχι’’. Και έτσι αφήνει τον δικό του φόβο να τον κυβερνά και στερεί από το παιδί του την εμπειρία , πως η άρνηση του άλλου αποτελεί κομμάτι της ζωής, δυσάρεστο και εκνευριστικό αλλά αναπόφευκτο. Αυτή η εμπειρία της άρνησης θα τον οδηγήσει σε μια πιο ρεαλιστική και με λιγότερες αυταπάτες θέαση της ζωής.
Κι αν το παιδί συνεχίσει και προκειμένου να πετύχει το στόχο του παρακάμψει τους κανόνες; O σωστός διαιτητής θα σφύριζε φαουλ και θα έβγαζε κίτρινη κάρτα. Το ίδιο θα κάνει και ο γονιός. Το χιούμορ και γλαφυρότητα είναι πολύ καλοί οδηγοί. Και ακόμα καλύτερα το παράδειγμα του σεβασμού στον άλλο του ίδιου του γονιού. Δεν γίνεται να ζητάμε από τα παιδιά όσα εμείς δεν τη τηρούμε.
Και ο γονιός που βάζει παραπάνω όρια και μη και όχι απ΄ όσα χρειάζονται; Ποιος άραγε είναι ο λόγος που κάνει ένα γονιό να είναι υπερβολικός; Ποιος προστατεύει και από τι ; Το παιδί αναζητά τη θέση του στο κόσμο. Ο διαθέσιμος γονιός δεν έχει ανάγκη τα παραπανήσια όχι και μη. Μπορεί τα βάσανα, οι έγνοιες , οι προσωπικές ανεκπλήρωτες επιθυμίες του γονιού να τον απορροφούν και να τον απομακρύνουν από το παιδί του που αυτό που αναζητά είναι να τον βοηθήσει να βρει τη θέση του στο κόσμο. Και τη θέση του στο κόσμο δεν θα τη βρει όταν απομακρύνεται με τις υπερβολικές απαγορεύσεις και τα βαριά και δυσοίωνα όρια από τις πραγματικές ανάγκες του και τις επιθυμίες του. Αυτά βοηθούν τον γονιό να συντηρίσει την απουσία του ή την εμποδισμένη παρουσία του και δεν λειτουργούν προς όφελος των παιδιών. Φυσικά και μέσα στην μακροχρόνια σχέση γονιού και παιδιού θα υπάρξουν αναπόφευκτα στιγμές όπου οι γονείς δεν θα είναι όσο χρειάζεται διαθέσιμοι . Αν όμως αυτή μη διαθεσιμότητα είναι σταθερή και συνεχής θα υπάρξει πρόβλημα που πιθανών θα εκδηλωθεί σαν πρόβλημα του παιδιού. Για αυτό πριν πούμε τα όχι και τα μη, πριν βάλουμε τις απαγορεύσεις ας αφουγκραστούμε τις πραγματικές ανάγκες του παιδιού . Τι κρύβεται πίσω από την επιμονή του να μην θέλει να διαβάσει, να μην θέλει να κοιμηθεί μόνο του, να μην ακολουθεί τους τρόπους καλής ευγένειας που του ζητάμε, να κτυπάει ή να κλαίει ; Ποιο συναίσθημα κρύβεται πίσω από τις συμπεριφορές του, ποια συναισθηματική του ανάγκη; Και ας το ρωτήσουμε ‘’ Τι νιώθεις;.’’ Να και πάλι η σπουδαιότητα της συναισθηματικής νοημοσύνης του γονιού.
Αρετές των γονιών που βοηθούν στην εγκατάσταση καλής επικοινωνίας με τα παιδιά είναι :
-Η αυθεντικότητα , το να είσαι αυτό που είσαι αφού όμως το γνωρίζεις, το αναγνωρίζεις το αποδέχεσαι και το τιμάς αυτό που είσαι σε βοηθάει να γίνεις ένας γονιός που λειτουργεί με αγάπη ενσυναίσθηση και κανόνες. Δηλαδή δεν φοβάται να είναι γονιός.
-Η ενσυναίσθηση να μπορεί να αντιλαμβάνεται τον κόσμο , να μοιράζεται την κατάσταση του παιδιού του , την διαφορετικότητα του ακόμα κι όταν δεν την κατανοεί, σαν να γίνεται και ο γονιός κάποιες φορές παιδί. Για να μοιραστεί τις αγωνίες και τα βάσανα του. Και να μπορέσει να το περιβάλλει με συμπάθεια και αποδοχή και αν δεν το κατανοεί.
-Η ευρύτητα όταν ο γονιός δεν χάνει την συνολική εικόνα της ύπαρξης του, Το να είσαι γονιός να μην σημαίνει πως απομειώνει και συρρικνώνει την ύπαρξη του στο να είναι γονιός. Και αυτό έτσι ώστε να μην φορτώνει την ευτυχία του στο παιδί του, δηλαδή με την αποστολή να τον κάνει ευτυχισμένο και δεύτερο γιατί ο γονιός οδηγείται στην ανάγκη να προσκολληθεί στο παιδί του κάτι που από ένα σημείο και μετά είναι επιζήμιο. Ο γονιός δηλαδή εξαρτά την ευτυχία και την ισορροπία από την πορεία του παιδιού κάτι που οδηγεί κάποιες φορές το παιδί από το να παραιτηθεί από επιλογές που του ταιριάζουν προκειμένου να μην δυσαρεστήσει τους γονείς του.
Η τάξη ως κοινωνικός μικρόκοσμος
Ας μπούμε όμως με κάποιο τρόπο μέσα σε μια τάξη για να περιγράψουμε πως οι εκπαιδευτικοί αλληλεπιδρούν με τους μαθητές και πως η συναισθηματική νοημοσύνη των εκπαιδευτικών βοηθάει και υποστηρίζει τόσο την ανάπτυξη της συναισθηματικής νοημοσύνης των μαθητών όσο και την καλή επίδοση στα μαθήματα. Κάτι που θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε και τον μικρόκοσμο της οικογένειας.
Ο δάσκαλος και ο μαθητής συναντιούνται στη τάξη έχοντας ο καθένας την προσωπική του
ιστορία, το δικό του δυναμικό, το δικό του συναισθηματικό κόσμο, το δικό του τρόπο αντίδρασης, δράσης, σκέψης, μάθησης. Θεωρητικά έχουν κοινή προοπτική. Ο δάσκαλος θέλει να διδάξει , ο μαθητής θέλει να μάθει. Στη πραγματικότητα όμως η σχέση τους είναι πολύπλοκη γιατί μέσα στην σχέση τους παρεμβαίνουν πλήθος στοιχείων τόσο σχολικών όσο και εξωσχολικών σε συνάρτηση με τη προσωπική και τη μαθησιακή τους ιστορία , που μπορούν να αλλοιώσουν την προοπτική της παιδαγωγικής τους πράξης.
Είναι όπως το αποτέλεσμα που θα την ατμόσφαιρα της τάξης . Σαν να λέμε πως το σύνολο των πρότερων βιωμάτων και εμπειριών των εκπαιδευτικών και των μαθητών θα είναι η νέα ατμόσφαιρα της σχολικής τάξης που θα επηρεάζει καταλυτικά θετικά ή αρνητικά την παιδαγωγική σχέση των εκπαιδευτικών με τους μαθητές τους και τελικά την παιδαγωγική πράξη αυτή καθαυτή.
Είναι σαν να έχουμε αν φυτέψουμε ένα λουλούδι μέσα σε μια γλάστρα με φρέσκο, αφράτο , καλής ποιότητας χώμα και ένα άλλο μέσα σε ένα σκληρό, αφυδατωμένο χώμα γεμάτο πρότερες ρίζες άλλων φυτών. Το πρώτο θα ανθίσει και θα μεγαλώσει , το δεύτερο αν καταφέρει να ανθίσει , δεν θα έχει την καλή πορεία του πρώτου. Αυτό το χώμα και τα θρεπτικά του συστατικά μπορούμε να το παραλληλίσουμε με το περιβάλλον μιας τάξης. Το περιβάλλον είναι μια υλική εξωτερική πραγματικότητα που παίζει κι αυτή σημαντικό ρόλο , είναι όμως και μια εσωτερική πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί από τις προηγούμενες καλές ή κακές εμπειρίες, βιώματα των πρωταγωνιστών. Απ΄ αυτά τα δυο το περιβάλλον και την εσωτερική πραγματικότητα, θα δημιουργηθεί μια νέα πραγματικότητα, που θα καθορίζει Η τάξη ως κοινωνικός μικρόκοσμος
Ας δούμε από πιο κοντά τους παράγοντες που επηρεάζουν την εσωτερική πραγματικότητα των εκπαιδευτικών και των μαθητών και που τελικά είναι καθοριστικοί στο ποια ατμόσφαιρα θα επικρατήσει σε μια τάξη. Να κρατήσουμε στη σκέψη μας κάτι που δυστυχώς πολλοί αγνοούν ακόμα και σήμερα. Πως δηλαδή η παιδαγωγική σχέση δεν διαδραματίζεται μόνο σ΄ένα ορατό και φανερό επίπεδο αλλά υπάρχει και ο άγνωστος, αόρατος κόσμος των συναισθημάτων, των συναισθηματικών αναγκών, επιθυμιών , των φαντασιώσεων που εδρεύουν στο ασυνείδητο. Καθώς περνά ο καιρός μέσα στη σχολική τάξη, όλα αυτά θα εκδηλωθούν αναπόφευκτα αργά ή γρήγορα στην εσωτερική διαπροσωπική τους συμπεριφορά , στον τρόπο δηλαδή με τον οποίο δημιουργούν διαπροσωπικές σχέσεις, τόσο οι μαθητές μεταξύ τους όσο και οι εκπαιδευτικοί με τους μαθητές αλλά και οι εκπαιδευτικοί μεταξύ τους. Θα ενεργοποιηθεί η αμυντική τους συμπεριφορά , η διαφορετική δυναμική τους. Για αυτό και η επικοινωνία μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών εκτός από το φανερό περιεχόμενο , έχει ταυτόχρονα και ένα μη εμφανές περιεχόμενο που αγνοούμε.
Ας φανταστούμε μαθητές/μαθήτριες που είναι έντονα οργισμένοι, ταπεινοί, ωραιοπαθείς , έντονα επικριτικοί , θα προκαλέσουν έντονους διαπροσωπικούς σπινθήρες ακόμα και από τα πρώτα μαθήματα. Θα τραβήξουν γρήγορα τα βλέμματα της υπόλοιπης τάξης. Κάποια άλλοι μαθητές μπορεί να χρειαστούν περισσότερο χρόνο για να εκδηλωθούν. Τα διαπροσωπικά τους χαρακτηριστικά ή δυσκολίες μπορεί να είναι λιγότερο κραυγαλέα για παράδειγμα αυτοί που μπορεί να μπορούν να φθάσουν μέχρι ένα βαθμό οικειότητας και μετά να προτιμούν να αποσυνδεθούν γιατί τους τρομοκρατεί η εγγύτητα.
Πως βοηθάει η συναισθηματική νοημοσύνη των Γονέων και Εκπαιδευτικών σε όλα αυτά ; Βοηθάει στο να βρεθεί ο τρόπος παιδαγωγική σχέση να είναι περισσότερο αποδοτική και λιγότερο επιζήμια.
Η συναισθηματική νοημοσύνη του γονέα και του εκπαιδευτικού , θα τον βοηθήσει να μπορεί να αναγνωρίσει την ιδιοσυγκρασιακή ιδιορρυθμία του κάθε παιδιού, να μαντέψει ή ακόμα και να διαισθανθεί το τι διαδραματίζεται στην ψυχή του κάθε παιδιού, να του δώσει το σωστό μέτρο αγάπης αλλά και να διατηρήσει παράλληλα το κύρος του και να βάλει ορισμένα όρια και φραγμούς . Έτσι που η εκπαιδευτική σχέση είναι πολύ αποδοτική.
Θέλουμε δηλαδή τον γονιό ψυχολόγο και τον εκπαιδευτικό ψυχοθεραπευτή θα ρωτούσε ίσως εύλογα κάποιος; Όχι βέβαια. Αρκεί να είναι ευαισθητοποιημένος, με μια ικανοποιητική συναισθηματική νοημοσύνη ,ώστε να κατανοεί τις συμπεριφορές , τις σχέσεις και όσα διαδραματίζονται μέσα στην οικογένεια και τον εκπαιδευτικό χώρο.
Η τάξη εκτός από κοινωνικό μικρόκοσμο, αποτελεί ένα εργαστήριο όπου ο εκπαιδευτικός βλέπει όχι μόνο την ίδια την συμπεριφορά του μαθητή αλλά και αυτό που την πυροδότησε όπως και τις συμπεριφορές των άλλων. Ο μαθητής θέτει τον δάσκαλο αντιμέτωπο με τον ίδιο του τον εαυτό και με τις αντιδράσεις του , που πηγάζουν από εσωτερικές και άγνωστες δυνάμεις. Αυτό ίσως γίνεται περισσότερο αντιληπτό από τους εκπαιδευτικούς που εργάζονται σε ομάδες με παιδιά με ειδικές ανάγκες. Όπως έχουν δείξει μελέτες τα προβλήματα και το άγχος του παιδιού με ειδικές ανάγκες αντηχούν στον ασυνείδητο κόσμο του εκπαιδευτικού σε σημείο που κάποιες φορές δημιουργείται βαθιά κρίση.
Η Klein υποστηρίζει πως οι σχέσεις του παιδιού με τους γονείς του καθορίζουν εκ των προτέρων την στάση του στο σχολείο. Το ίδιο όμως συμβαίνει και με τον εκπαιδευτικό. Οι συγκρούσεις που είχε με τους γονείς του αλλά και με τους δικούς του καθηγητές αναβιώνονται από ορισμένες αντιδράσεις των μαθητών. Για παράδειγμα το αν ο μαθητής νιώθει τον καθηγητή κοντά του, επιθυμεί την παρουσία του, νιώθει να τον αποδέχεται, θυμώνει και διαβάζει ατυχώς απορρίψεις εκεί που δεν υπάρχουν ή αν ο καθηγητής κρατάει μεγάλη απόσταση, ή η έδρα είναι σύμβολο εξουσίας ή απόστασης όταν βιώνει την τάξη απειλητική, είναι θέματα που αφορούν την ασυνείδητη ιστορία τόσο των εκπαιδευτικών όσο και των μαθητών. Η όποια συνειδητοποίηση εκ μέρους των εκπαιδευτικών της δικής τους ασυνείδητης ιστορίας, βιωμάτων, συναισθημάτων κλπ είναι πολύ σημαντικά.
Ας θυμηθούμε ξανά τις ικανότητες που συνιστούν τη ΣΝ για να δούμε πως θα βοηθούσαν τον Εκπαιδευτικό στο δύσκολο αυτό έργο του.
- H αυτογνωσία – η κατανόηση των δυνατών και αδύνατων σημείων του εαυτού.
- Η ενσυναίσθηση- η ικανότητα να μοιραζόμαστε από κοινού και να βιώνουμε σε πρώτο πρόσωπο , τα συναισθήματα ενός άλλου ανθρώπου.
- Η διαχείρηση των συναισθημάτων.
- Η διαχείρηση των σχέσεων με τους άλλους.
Ο Εκπαιδευτικός είναι το βασικό πρόσωπο με το οποίο οι μαθητές έρχονται σε επαφή καθημερινά. Για τους μαθητές ο εκπαιδευτικός είναι το υποκατάστατο του γονέα, στο οποίο προβάλλουν τις συνειδητές και ασυνείδητες επιθυμίες τους. Το σημαντικό είναι ο ενήμερος Εκπαιδευτικός να μπορέσει να κρατήσει συναισθηματική ισορροπία μέσα στη τάξη, χωρίς να συμπεριφερθεί με ανάλογη παιδιάστική συμπεριφορά, χωρίς δηλαδή να προβάλει στους μαθητές τις δικές του ασυνείδητες και συνειδητές επιθυμίες κάτι που θα φέρει προβλήματα στη λειτουργία της τάξης.
Ο Εκπαιδευτικός πολύ συχνά βρίσκεται μπροστά σε δυο παιδιά. Το παιδί που έχει μπροστά του και το παιδί που είναι απωθημένο μέσα του. Χωρίς να το συνειδητοποιεί φέρεται στο παιδί που έχει μπροστά του όπως βίωσε το παιδί που έχει μέσα του ή όπως οι γονείς του ή οι δικοί του δάσκαλοι συμπεριφέρθηκαν στο παιδί που έχει μέσα του. Εάν λοιπόν οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί συνειδητοποιήσουν και αναγνωρίσουν την δική τους προσωπική ιστορία, τις δικές τους δυσκολίες, κάτι που συνιστά την δική τους αυτογνωσία, τότε θα μπορέσουν να συναισθανθούν και τους μαθητές τους. Θα μπορέσουν να είναι συναισθηματικά διαθέσιμοι για τα παιδιά , θα μπορέσουν να ακούσουν τα αιτήματα , να αφουγκραστούν τις ανάγκες πίσω από τα αιτήματα και να συμπεριφερθούν ανάλογα ώστε να βρει το δικό του τρόπο και ρυθμό έκφρασης απέναντι στη καθημερινότητα.
Συναισθηματική νοημοσύνη και επίδοση των μαθητών
Έχουν όλα αυτά που έχουμε αναφέρει σχέση με την επίδοση των μαθητών;
Μερικά εύγλωτα παραδείγματα.
Η ντροπή, η αγωνία να μην βρεθεί ο μαθητής υπό αξιολόγηση και κριτική κάνει πολλά παιδιά να καταναλώνουν περισσότερο το χρόνο τους στο να προγραμαμτίζουν από πριν τις κινήσεις τους. Προσπαθώντας να αποφύγουν το λάθος επιλέγουν να αποστασιοποιηθούν από κάθε αυθόρμητη κίνηση. Η ντροπή είναι αυτή που μπορεί να κάνει ένα μαθητή να εκδηλώνει μια παθητικο-επιθετική συμπεριφορά ακόμα κι αν δεν του έχει ασκηθεί μια άμεση κριτική. Αλιώνει την εμπιστοσύνη προς το πρόσωπο του Εκπαιδευτικού.
Πως ενεργοποιειται η ντροπή;
- Όταν αποτυγχάνεις σε κάτι που θεωρούσες πως ήξερες καλά.
- Όταν κάνεις ένα λάθος μπροστά στους άλλους
- Όταν μένεις εκτός μιας ομάδας που θα ήθελες πολύ να ανήκεις.
- Όταν υπάρχει ήδη εσωτερικευμένη ντροπή από κάποιο τραύμα ή κακοποίηση.
Ο Εκπαιδευτικός που δεν εκθέτει τον μαθητή σε γεγονότα που ενδεχομένως τον κάνουν να ντραπεί είναι σίγουρα πιο βοηθητικός για την βελτίωση της επίδοσης του μαθητή.
Η ανάγκη των παιδιών να τραβήξουν την προσοχή
Πόσο έχουμε ενοχοποιήσει αυτή τη φράση, θεωρώντας πως το να αναζητάμε τη προσοχή είναι κάτι άσχημο και έχει αποκλειστικά αρνητικό πρόσημο. Ξεχνάμε όμως πως όταν έχουμε την προσοχή των δικών μας ανθρώπων μπορούμε να ανθίσουμε και αυτο γιατί η προσοχή που λαμβάνουμε από τους δικούς μας ανθρώπους , μας βοηθάει να χτίσουμε ισχυρούς συναισθηματικούς δεσμούς αλλά και ισχυρή εμπιστοσύνη με τον εαυτό μας. Ασαφλώς και ο μαθητής θέλει την προσοχή του Εκπαιδευτικού. Κάποιες φορές την αναζητά με προκλητικό τρόπο . Την επόμενη φορά που αναζητά με τέτοιο τρόπο την προσοχή , θα ήταν καλό να αναρρωτηθεί ο εκπαιδευτικός ‘’ποιά ανάγκη κρύβεται εδώ; Τι φοβάται , ποιόν φοβάται; ‘’
Βοηθάει αυτή η διαφορετική θέαση της συμπεριφοράς του μαθητή την επίδοση του; Ναι γιατί θα τον αποσυμφωρήσει από την αγωνία και τον φόβο που κρύβεται πίσω από την προκλητική συμπεριφορά του.
Άγχος όταν ο εγκέφαλος στέλενει το δικό του σήμα 112 . Το πρωμετωπιαίο τμήμα που βρίσκεται και το κέντρο της συλλογιστικής σκέψης απενεργοποιείται και έτσι ο άνθρωπος παύει να σκέπτεται ψύχραιμα. Ανασταλτικός παράγοντας για την επίδοση. Πόσο από το άγχος του μαθητή είναι δικό του και πόσο είναι των γονιών του ή και του Εκπαιδευτικού. Το απλό παράδειγμα ενός μικρού παιδιού που ανεβαίνει πάνω σε μαι καρέκλα και η φοβισμένη μαμά φωνάζει δίπλα του μη, θα πέσεις, θα χτυπήσεις κλπ ίσως μας δίνει μια εικόνα. Ασφαλής είναι μόνο κάτω στο πάτωμα, εκεί που δεν δοκιμάζει τις δυνάμεις του, εκεί που θα έχει πάντα μια ‘’μαμά’’ δίπλα να τον φροντίζει. Η πρωτοβουλία, η προσπάθεια, το λογικό ρίσκο θα έχει πρόσημο επικύνδινο και μια αίσθηση δικής του ανεπάρκειας.
Για όλα όσα είπαμε παραπάνω αντιλαμβανόμαστε πως το επάγγελμα του Εκπαιδευτικού δεν είναι παρά λειτούργημα. Μπροστά στο μεγάλο κάλεσμα των απαιτήσεων ημερών, όλοι πλέον λιγότερο ή περισσότερο αντιλαμβάνονται πως παιδαγωγική πράξη δεν μπορεί βελτιωθεί μόνο με αναλυτικά προγράμματα, πρόσθεση ή αφαίρεση μαθημάτων με στόχο την πρόσθεση κι άλλων γνώσεων αλλά με βελτίωση της ίδιας της παιδαγωγικής σχέσης που δεν περιορίζεται μόνο στη μεταβίβαση της γνώσης.
Η αγάπη είναι ένας σίγουρος τρόπος για αν επιτελεστεί αυτό το λειτούργημα. Δύσκολη βέβαια υπόθεση η αγάπη γιατί απαιτεί ανθρώπους με δυνατή αυτογνωσία. Δίχως αγάπη ίσως και να μην μπορούμε να συνδεθούμε με τα παιδιά. Όμως για να μπορεί ο εκπαιδευτικός να κάνει την δουλειά του με αγάπη και να συνδεθεί με τους μαθητές του με όρους ενσυναίσθησης προϋποθέτει να έχει αποδεχθεί και να έχει αγαπήσει και να έχει αποδεχθεί τον εαυτό του.
Είναι εντυπωσιακό πως μέσα σε μια τάξη η ευγενής πρόοδος ενός μαθητή, η πρόοδος που δεν συμπεριλαμβάνει μόνο την απόδοση του στα μαθήματα αλλά η ανάπτυξη της και εξέλιξη των δεξιοτήτων και των θετικών χαρακτηριστικών της προσωπικότητας του ,πυροδοτεί το ενδιαφέρον για εξέλιξη και πρόοδο των υπόλοιπων μαθητών. Επομένως οι αλλαγές , η πρόοδος των μαθητών αποτελεί υλικό και για τους εκπαιδευτικούς για ακόμα μεγαλύτερη εξέλιξη. Για αυτό και τελικά η αγάπη δεν είναι μια προσφορά προς τους άλλους , αλλά μια προσφορά προς τον εαυτό τους γιατί μέσα απ΄ αυτή διευρύνονται και οι ίδιοι.
Αννίτα Λουδάρου
Ψυχολόγος-Αναλύτρια Ομάδας , ζεύγους και Οικογένειας
Τακτικό μέλος της ΕΕΟΟΨ